Πειραματική ανάπτυξη είναι η συστηματική εργασία, η οποία αντλεί από τις γνώσεις που έχουν αποκτηθεί από την έρευνα και την πρακτική εμπειρία και  στοχεύει στην παραγωγή νέων υλικών, προϊόντων και συσκευών, στην εγκατάσταση νέων διαδικασιών, συστημάτων και υπηρεσιών ή στην ουσιαστική βελτίωση αυτών που ήδη παράγονται ή είναι εγκατεστημένα.
Στις κοινωνικές επιστήμες, η πειραματική ανάπτυξη μπορεί να οριστεί ως η διαδικασία μετάφρασης των γνώσεων, που έχουν αποκτηθεί μέσω έρευνας σε, επιχειρησιακά προγράμματα, συμπεριλαμβανομένων των έργων επίδειξης που εκτελούνται με σκοπό τον έλεγχο και την αξιολόγηση τέτοιων προγραμμάτων. Η κατηγορία αυτή έχει ελάχιστη ή καθόλου σημασία για τις ανθρωπιστικές επιστήμες.

Πηγή

Science and Technology glossary, European Commission, Eurostat
OECD: "Frascati Manual 2002: The measurement of scientific and technological activities - Proposed Standard Practice for Surveys on Research and Experimental Development", OECD, Paris, 2002